-
1 закладная
η υποθήκη, η ομολογία, η εγγύηση* именная - ονομαστική -, - под недвижимость - εγγραφομένη επί ακινήτου περιουσίαςтаможенная - η εγγύηση (προς το τελωνείο για εξασφάλιση της καταβολής των δασμών)Русско-греческий словарь научных и технических терминов > закладная
-
2 облигация
η ομολογία, το ομόλογοдержатель - и ο ομολογιούχος, ο κάτοχος του ομολόγουгосударственная - κρατική -, το ομόλογο του Δημοσίου-Русско-греческий словарь научных и технических терминов > облигация